
2η γενιά: W20 και turbo
Το 1989, η Toyota παρουσίασε την δεύτερη γενιά του κεντρομήχανου μοντέλου της, με την κωδική ονομασία W20. Όπως και ο πρόγονος, έτσι και ο διάδοχος πέρασε από σκληρή εξέλιξη και δοκιμές σε πίστες, με τη συμβολή επαγγελματιών οδηγών αγώνων, συμπεριλαμβανομένου του Dan Gurney.
Τα 90s ήταν προ των πυλών, και έτσι ο σχεδιασμός του νέου MR2 ήταν πιο στρογγυλεμένος, ενώ διατήρησε τα pop-up φανάρια του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η σχεδιαστική φιλοσοφία ήταν η ίδια που ακολουθήθηκε και στην Celica 5ης γενιάς.
Ξανά διαθέσιμο με αφαιρούμενη ή σταθερή οροφή, το W20 απώλεσε τους A κινητήρες, και πλέον χρησιμοποιούσε αυτούς της πασίγνωστης οικογένειας S. Στην Ευρώπη, η βασική έκδοση χρησιμοποιούσε τον δίλιτρο 3S-FE, ο οποίος απέδιδε 138 άλογα, ενώ η κορυφαία ήταν η GT-i T-bar με targa οροφή και τον ατμοσφαιρικό 3S-GE ισχύος 158 ίππων.
Στις αγορές της Ιαπωνίας και της Αμερικής, οι τυχεροί ενδιαφερόμενοι μπορούσαν να αγοράσουν και την ακόμα πιο ισχυρή έκδοση που διέθετε τον δίλιτρο turbo 3S-GTE, ένα μοτέρ που αγαπήσαμε στις Celica GT-Four και είχε ιπποδύναμη 221PS. Οι Αμερικάνοι, ευλαβικά πιστοί στα περισσότερα κυβικά, είχαν στη διάθεσή τους και τον 5S-FE κινητήρα, 2,2 λίτρων, ο οποίος απέδιδε 130 άλογα, και χρησιμοποιούταν στην βασική έκδοση για τις ΗΠΑ.
Με μεγαλύτερες διαστάσεις και πιο ογκώδη μοτέρ, το βάρος του αυτοκινήτου αυξήθηκε, και πλέον ήταν μεταξύ 1.180 και 1.250kg. Παρόλα αυτά, οι επιδόσεις στην ευθεία ήταν εξαιρετικές, αφού ένα εργοστασιακό MR-2 turbo χρειαζόταν 13,1 δευτερόλεπτα για την επιτάχυνση 0-400m, χρόνος καλύτερος από θρυλικά μοντέλα της εποχής όπως το Honda NSX, η Toyota Supra και η Ferrari 348 TB.
Θα ήταν Ύβρις όμως να μιλάμε για Toyota MR2 και να εστιάζουμε στις ευθείες και το dragster, αφού το μοντέλο είχε εξελιχθεί για να στρίβει. Ίσως ήταν υπερβολικά σκληροπυρηνικό, αφού έγινε γνωστό για την απότομη υπερστροφή, και το φαινόμενο «snap oversteer», που συνέβαινε όταν ο οδηγός διόρθωνε το αρχικό γλίστρημα της «ουράς» περισσότερο από όσο έπρεπε, και ως αποτέλεσμα το αυτοκίνητο τον τιμωρούσε με ένα απότομο «χαστούκι» προς την άλλη κατεύθυνση. Προς υπεράσπιση του μικρού MR2, αυτό ήταν ένα σύνηθες γνώρισμα των πισω- και κεντρομήχανων sport αυτοκινήτων της εποχής, σε μία περίοδο όπου δεν υπήρχαν πολλά ηλεκτρονικά βοηθήματα για να επέμβουν και να σώσουν τον οδηγό. Τα πράγματα ήταν πιο «αγνά», και χρειαζόταν δεξιοτεχνία στον χειρισμό, προκειμένου να κινηθεί κανείς γρήγορα.
Το 1993, η Toyota τροποποίησε την ανάρτηση και τα ελαστικά του αυτοκινήτου, προκειμένου να το κάνει λιγότερο νευρικό. Δήλωσε πως οι αλλαγές έγιναν «για τους οδηγούς που δεν έχουν τα αντανακλαστικά των πιλότων της Formula 1», δηλαδή για τους περισσότερους Κοινούς Θνητούς. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ιπποδύναμη του ατμοσφαιρικού 3S-GE αυξήθηκε στα 176 PS, όπως έγινε και στην Celica ST202, και του 3S-GTE στα 245 άλογα.
Το 1998, τοποθετήθηκε και η κορυφαία ατμοσφαιρική έκδοση του 3S-GE, η θρυλική Beams που απέδιδε 200 ίππους. Την επόμενη χρονιά, το MR2 SW20 σταμάτησε να παράγεται, και παραμέρισε για να έρθει η 3η γενιά, που πλέον ήταν cabrio.
Σελ. 1 | Toyota MR2: Το κεντρομήχανο του λαού |
Σελ. 2 | 2η γενιά: W20 και turbo |
Σελ. 3 | 3η γενιά: W30 και επιστροφή στις ρίζες |
autoagora Team